Το μουρουνέλαιο είναι ένα ιχθυέλαιο που έχει χρώμα ανοιχτό κίτρινο και εξάγεται από το συκώτι της μουρούνας ή άλλων συγγενικών ψαριών όπως ο μπακαλιάρος.
Περιέχει μεγάλες ποσότητες από βιταμίνη A (στη μορφή της ρετινόλης, που χρησιμεύει ως αντι-οξειδωτικό και είναι σημαντική για την όραση και την ανάπτυξη των οστών), βιταμίνη D, που συμβάλλει στη διατήρηση του ασβεστίου και του φωσφόρου στα σωστά επίπεδα στο αίμα, βιταμίνη K που βοηθά στην πήξη του αίματος και ωμέγα-3 λιπαρά οξέα. Οι γιατροί θεωρούν το μουρουνέλαιο, παρά την αντιπαθή γεύση του, σαν άριστη τροφή, που αντιμετωπίζει πολλές μεταδοτικές αλλά και χρόνιες ασθένειες, όπως τις καρδιοπάθειες και τον καρκίνο.
Χάρη στη βιταμίνη D, βοηθά τα παιδιά να σχηματίζουν γερά κόκαλα και αποτρέπει την ραχίτιδα στους εφήβους και την οστεοπόρωση στους ενήλικες. Αλλά και η βιταμίνη K διευκολύνει την απορρόφηση των μεταλλικών στοιχείων και βελτιώνει την ελαστικότητα των αιμοφόρων αγγείων και τη λειτουργία των μυών. Τα ω-3 λιπαρά οξέα είναι επίσης σημαντικά, ιδιαίτερα για τον εγκέφαλο και το νευρικό σύστημα.
Πρόσφατες βιοχημικές μελέτες έδειξαν ότι το μουρουνέλαιο περιέχει ανά μονάδα βάρους μεγαλύτερες ποσότητες βιταμινών A και D από κάθε άλλο τρόφιμο. Ειδικότερα, 100 gr μουρουνέλαιου παρέχουν στον οργανισμό τρεις φορές περισσότερη βιταμίνη A από το μοσχαρίσιο κρέας (την επόμενη πλουσιότερη πηγή της A) και τέσσερις φορές περισσότερη βιταμίνη D από το λαρδί.
Φυσικά, η τροφή αυτή καταναλώνεται σε μικρές ποσότητες, αλλά αρκεί μια μόνο κουταλιά μουρουνέλαιου (περίπου 15 gr) για να μας δώσει τη ΣΗΔ (συνιστώμενη ημερήσια δόση) και για τις δυο βιταμίνες.
Επιπρόσθετα, το μουρουνέλαιο περιέχει και τα πολυακόρεστα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα EPA (εικοσιπεντανοϊκό οξύ) και DHA (εικοσιδυοπεντανοϊκό οξύ). Το EPA είναι ο πρόδρομος των προσταγλανδινών, των ορμονών που βοηθούν τους ιστούς του οργανισμού να αντιμετωπίζουν τις φλεγμονές, ενώ το DHA συμβάλλει στην ομαλή ανάπτυξη και λειτουργία του εγκεφάλου και του νευρικού συστήματος. Έρευνες που έγιναν στους Εσκιμώους ανέδειξαν τις ιδιότητες των ω-3 λιπαρών οξέων ως πιθανά αντιθρομβωτικά και τη συμβολή τους στη μείωση των τριγλυκεριδίων στο αίμα, συνεπώς και στη μείωση της αρτηριοσκλήρυνσης και την αντιμετώπιση των καρδιοπαθειών